Τι είναι η ομοιοπαθητική;

Η ομοιοπαθητική είναι μία νέα ιατρική μέθοδος για την αντιμετώπιση των ασθενειών και δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη θεραπευτική. Ο Ιπποκράτης ήταν ο πρώτος που διατύπωσε τις βασικές αρχές της ομοιοπαθητικής, αλλά ο Γερμανός Σαμουήλ Χάνεμαν ήταν αυτός που την ανήγαγε σε αυτόνομη επιστήμη. Η ομοιοπαθητική απευθύνεται σε κάθε πάσχοντα οργανισμό, ανεξάρτητα από την πάθηση, αλλά ο τομέας όπου η προσφορά της είναι μοναδική, είναι οι χρόνιες παθήσεις, που είναι δύσκολο να θεραπευτούν. Η ομοιοπαθητική αντιμετωπίζει τον άρρωστο ως ένα οργανισμό, που έχει διαταραχτεί στο σύνολο του, και όχι μόνο σ' ένα ή δύο συγκεκριμένα όργανα. Συνεργάζεται αρμονικά με όλες τις ιατρικές ειδικότητας.

Χρησιμοποιεί φυσικές θεραπευτικές ουσίες, που βοηθούν τις αμυντικές διεργασίες του οργανισμού. Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι ακίνδυνα, δεν προκαλούν παρενέργειες και γι' αυτό δύνονται άφοβα ακόμη και στην βρεφική και παιδική ηλικία. Σε όλη την ιστορία της ομοιοπαθητικής (200 χρόνια περίπου), κανένα φάρμακο της δεν έχει αποσυρθεί λόγω παρενεργειών.

Οι βασικές αρχές της ομοιοπαθητικής


Οι βασικοί νόμοι της ομοιοπαθητικής είναι:

Ο νόμος των ομοίων.
Ο νόμος της Κατεύθυνσης της θεραπείας.
Ο νόμος του ενός φαρμάκου.
Ο νόμος της ελάχιστης δόσεως.

Νόμος των ομοίων


Οι σκέψεις που οδήγησαν τον Χάνεμαν στη διατύπωση αυτού του νόμου ήταν, οι εξής:

1- Κάθε σύμπτωμα ή σύνολα συμπτωμάτων δεν αντιπροσωπεύει αυτή καθαυτή την ασθένεια, αλλά είναι η αντίδραση του αμυντικού μηχανισμού, που κινητοποιείται για να εξουδετερωθεί μια νοσογόνο επίδραση. Ο νοσογόνος αυτός παράγοντας μπορεί να είναι ειδικός, όπως βακτήρια, μικρόβια, ιοί ή μη ειδικός, πως οι κλιματολογικές αλλαγές, η ρύπανση του περιβάλλοντος, διανοητικά ή ψυχικά στρες κτλ.

2- Τα συμπτώματα είναι η καλύτερη δυνατή αντίδραση του οργανισμού και αυτά χα συμπτώματα είναι το μέσο, με το οποίο οργανισμός προσπαθεί να ξαναβρεί τη χαμένη του ισορροπία.

3- Ο γιατρός προκείμενου να βοηθήσει τον οργανισμό να επανέλθει σε ισορροπία, πρέπει μάλλον να βοηθά και να ενδυναμώνει αυτές τις αντιδράσεις, παρά να τις καταπιέσει ή να τις καταστείλει.

Έτσι ο Χάνεμαν οδηγήθηκε στο συμπέρασμα, ότι, αν έδινε σ’ ένα ασθενή ένα φάρμακο, του οποίου ήξερε τη δράση πάνω στον υγιή οργανισμό, καθώς και ποια συμπτώματα προκαλεί, θα μπορούσε να δυναμώσει τις αντιδραστικές δυνάμεις του ίδιου του οργανισμού. Παρατήρησε τότε, ότι ύστερα από μια αρχική επιδείνωση των συμπτωμάτων,οι ασθενείς κατά μεγάλο μέρος θεραπεύονταν. Για να αποφύγει και αυτήν την αρχική επιδείνωση ο Χάνεμαν μείωσε διαδοχικά τις δόσεις, ωσότου παρατήρησε ότι μια απειροελάχιστη δόση ήταν αρκετή για να θεραπεύσει χωρίς να προκαλεί την αρχική ενοχλητική αντίδραση. Αυτές οι απειροελάχιστες δόσεις, στις οποίες κατέληξε ο Χάνεμαν ότι ήταν αρκετές για να κινητοποιήσουν τον αντιδραστικό μηχανισμό, υπήρξαν το αντικείμενο σχολίων και αντιθέσεων στην εποχή του. Σήμερα η ανοσοβιολογία έχει δώσει αυτές τις εξηγήσεις. Τα αλλεργικά άτομα δεν χρειάζονται παρά απειροελάχιστες ποσότητες της ουσίας, στην οποία είναι ευαίσθητα, για να αντιδράσει ο οργανισμός τους και να προκληθεί μια έντονη συμπτωματολογία.

Το ομοιοπαθητικό φάρμακο εκλέγεται με την προϋπόθεση ότι έχει σχέση ευαισθησίας και συσχέτισης με το άτομο που θα το λάβει.

Εδώ έγκειται και η μεγάλη δυσκολία της ομοιοπαθητικής, διότι ο γιατρός πρέπει να βρει ακριβώς αυτό το φάρμακο, στο οποίο είναι πάρα πολύ ευαίσθητος ο οργανισμός. Με άλλα λόγια, ουσίες που σ’ ένα υγιές άτομο προκαλούν ένα σύνολο συμπτωμάτων, είναι δυνατό να θεραπεύσουν σε έναν άρρωστο ένα παρόμοιο σύνολο συμπτωμάτων.

Εξατομίκευση

Εκτός από τους νόμους της, η ομοιοπαθητική αντιμετωπίζει το πρόβλημα της ασθένειας και με έναν άλλο μοναδικό τρόπο: Την εξατομίκευση του κάθε ασθενή. Για την ομοιοπαθητική ο ψυχισμός παίζει μεγάλο ρόλο στη δημιουργία μιας πάθησης και έτσι δεν υπάρχουν ασθένειες, αλλά ασθενείς, που ο καθένας αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση. Έτσι παρόλο που η ασθένεια μπορεί να είναι η ίδια, το ενδεικνυόμενο ομοιοπαθητικό φάρμακο μπορεί να είναι διαφορετικό για κάθε περίπτωση.

Ο γιατρός λαμβάνει υπόψη του το σύνολο των συμπτωμάτων που παρουσιάζει ο ασθενής στο διανοητικό, στο συναισθηματι¬κό και στο σωματικό επίπεδο, για να καταλάβει το μοναδικό και ιδιαίτερο τρόπο, με τον οποίο αντιδρά ο αμυντικός μηχανισμός του ασθενή. Κατόπιν, ψάχνει να βρει το καταλληλότερο φάρμακο, ώστε να διεγείρει περισσότερο αυτές τις αντιδράσεις. Στην ομοιοπαθητική το ενδιαφέρον δεν είναι στραμμένο μόνο στην ανακούφιση των παρόντων συμπτωμάτων του ασθενή, αλλά και στη μόνιμη αποκατάσταση της υγείας του. Τα καλύτερα αποτελέσματα που έχει δώσει ως τώρα, είναι στις χρόνιες ασθένειες και κυρίως πριν λάβουν χώρα μη αναστρέψιμες παθολογοανατομικές αλλοιώσεις.

Η ομοιοπαθητική έχει τεράστια αξία σε χρόνιες ασθένειες, όπως η αρθρίτιδα, το βρογχικό άσθμα, η επιληψία, οι δερματι¬κές παθήσεις, οι αλλεργικές καταστάσεις, οι διανοητικές ή συναισθηματικές διαταραχές, οι χρόνιες κεφαλαλγίες, το άγχος κτλ. Το τελικό όφελος της ομοιοπαθητικής για τον ασθενή είναι άτι, όχι μόνον ανακουφίζει τα παρόντα συμπτώματα, αλλά απο¬καθιστά εσωτερική τάξη στα πιο βαθιά επίπεδα και συνεπώς επιφέρει μια μόνιμη θεραπεία. Η ομοιοπαθητική μπορεί να δράσει επίσης ως πραγματικά προληπτική ιατρική σε πρόδρομα στάδια ασθενειών, πριν εκδηλωθούν οε έντονες λειτουργικές δια¬ταραχές και ανατομικές αλλοιώσεις. Μεγάλη είναι η σπουδαιότητα της εφαρμογής της ομοιοπαθητικής προληπτικά σε παιδιά, διότι ο οργανισμός τους μπορεί να ανταποκριθεί θεαματικά στη θεραπεία.

Η ομοιοπαθητική είναι σήμερα μια επίσημη θεραπευτική σε πολλές χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης. Στην Αγγλία είναι στις κοινωνικές ασφαλίσεις (ιδιαίτερη προτίμηση στην ομοιοπαθητική δείχνει η βασιλική οικογένεια), Στη Γαλλία και στη Γερμανία τα ομοιο¬παθητικό φάρμακα περιέχονται στους επίσημους φαρμακευτικούς κώδικες, στην Ιταλία, την Ολλανδία, τη Φιλανδία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ρωσία και σε αρκετά πανεπιστήμια των Η.Π.Α. διδάσκεται ως προαιρετικό μάθημα στις ιατρικές σχολές. Στην Ελβετία αποτελεί τμήμα του εθνικού συστήματος υγείας, με πλήρη ασφαλιστική κάλυψη.

Στην Ελλάδα διδάσκεται ως μάθημα επιλογής σπη Φαρμακευτική Σχολή Αθηνών και στην Ιατρική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου στην έδρα της Δερματολογίας.

Η χρησιμοποίηση της ομοιοπαθητικής από ορισμένους, μη ειδικά εκπαιδευμένους, υποχρεώνει να διαφυλαχτεί το κοινό και ο χώρος από τυχόν αναρμόδιους, η μόνη εγγύηση για την ελεγχόμενη ικανότητα άσκησης της Ομοιοπαθητικής είναι ιδιότητα του μέλους των Ενώσεων Ομοιοπαθητικών. Ο τίτλος αυτός παρέχεται μετά από μακρόχρονη ειδίκευση - εκπαίδευση και αυστηρές εξετάσεις και της χορηγήσει διπλώματος αναγνωρισμένο από την Ευρωπαϊκή ένωση.

Απαγορεύονται για όποιον κάνει ομοιοπαθητική

Ουσίες που περιέχουν ΚΑΦΕΪΝΗ, όπως: Καφές κάθε είδους (και ο ντεκαφεϊνέ). Αναψυκτικά με καφεΐνη (τύπου Cola). Παυσίπονα μe καφεΐνη. Λικέρ με καφέ. Τσάι.
ΜΕΝΤΑ: Τσίκλες και καραμέλες με μέντα. Οδοντόκρεμες που έχουν μέντα. Λικέρ με μέντα. Καλλυντικά με μέντα (όπως αφρός ξυρί¬σματος),
ΚΑΜΦΟΡΑ: Καμφορά ή ναφθαλίνη για σκώρο. Αλοιφές για εντριβή με καμ¬φορά. Παστίλιες. Έμπλαστρα με καμφορά.
ΧΡΩΜΑΤΑ: Βερνίκια πατωμάτων και λαδομπογιές (η μακροχρόνια έκθεση κυρίως τις πρώτες μέρες λήψης της θεραπείας)

Επιτρέπονται για όποιον κάνει ομοιοπθητική

Υποκατάστατα του καφέ (τσίκορυ, ρεβίθι, κριθάρι), αναψυκτικά χωρίς καφεΐνη. Παυσίπονα χωρίς καφεΐνη. Λικέρ χωρίς καφέ. Παγωτό χωρίς μόκα. Τσάι του βουνού, φασκόμηλο, τίλιο, κακάο, σοκολάτα των Ελληνικών Εταιρειών. Τσίχλες φρούτου και μαστίχας χωρίς μένθόλη. Οδοντόκρεμες χωρίς μέντα, Δυόσμος στο φαγητό. Αφρός ξυρίσματος χωρίς μέντα. Αντισκωρικά που μυρίζουν, Λεβάντα, Αλοιφές για εντριβές χωρίς καμφορά, χαμομήλι για εξωτερική χρήση.

Οδοντιατρικές απαγορεύσεις

Ευγενόλη (γαρυφαλέλαιο). Φυράματα ευγενολούχα., οδοντόκρεμες και στοματικά διαλύματα που περιέχουν μέντα ή κανέλλα. Η χρήση τοπικού αναισθητικό σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να περιορίσει την δράση του φαρμάκου. Χειρουργικές επεμβάσεις, αντιβιοτική θεραπεία, αντιφλεγμονώδη (μόνο μετά από συνεννόηση με τον ομοιοπαθητικό γιατρό).
Τέλος συνιστάται η αλλαγή των εμφράξεων αμαλγάματος (μαύρα σφραγίσματα) με άσπρα (ρητίνες), διότι δεν περιέχουν υδράργυρο.
Υδράργυρος μπορεί να επιδρά αρνητικά στην ομοιοπαθητική θεραπεία, αλλά και σε ολόκληρο τον οργανισμό.

Οδοντιατρική ομοιοπαθητική

Η ομοιοπαθητική είναι μια φιλική μέθοδος θεραπείας, που στοχεύει στην ενδυνάμωση του οργανισμού, κινητοποιώντας τις αμυντικές του δυνάμεις και αποκαθιστώντας τη διαταραγμένη υγεία.

Η κατάσταση των δοντιών και του στόματος έχει πολύ μεγάλη σημασία για την ισορροπία κάθε οργανισμού. Αξίζει να αναφερθεί ότι το στόμα αποτελεί την αρχή δύο σημαντικών συστημάτων, του πεπτικού και του αναπνευστικού.

Δυστυχώς, όμως, το στόμα και τα δόντια συχνά δεν αντιμετωπίζονται με τη σοβαρότητα που αξίζουν και δεν φροντίζονται ανάλογα. Διαταραχή της ισορροπίας στο στοματοδοντικό σύστημα, μπορεί να συμπαρασύρει τον οργανισμό σε γενικευμένες διαταραχές, αλλά και αντίστροφα, σε περίπτωση διαταραχής του οργανισμού, μπορεί να εκδηλωθούν συμπτώματα στην στοματική κοιλότητα. Και στις δύο περιπτώσεις, ο συνδυασμός ομοιοπαθητικής αγωγής και οδοντιατρικής φροντίδας μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά. Για παράδειγμα, παθήσεις του βλεννογόνου του στόματος, όπως οι άφθες, η χρόνια ουλίτιδα, ο έρπης, οι στοματίτιδες, οι διάφορες νόσοι των σιελογόνων, οι λοιμώξεις κλπ που συμβαίνει συχνά να ταλαιπωρούν τους ασθενείς, βρίσκουν λύση με ομοιοπαθητική θεραπεία και σωστή οδοντιατρική αντιμετώπιση.

Πολλές φορές επίσης, η άσχημη κατάσταση των δοντιών, όπως τερηδονίσμενα ή νεκρωμένα δόντια, δόντια με αποτριβή, κακότεχνα σφραγίσματα ή προσθετικές εργασίες, μπορεί να ερεθίζουν τον βλεννογόνο, με συνέπεια την εκδήλωση παραδοντοπάθιας, ουλίτιδας φλεγμονωδών ή προκαρκινικών καταστάσεων. Εκτός από τα παραπάνω, είναι συχνές και οι λειτουργικές διαταραχές, όπως για παράδειγμα, στην ομιλία, στη μάσηση, στη διατροφή, αλλά τα προβλήματα μπορεί να είναι και αισθητικά, με σοβαρές συνέπειες στο ψυχισμό του ασθενή. Σωστή αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, ταυτόχρονα με την ομοιοπαθητική αγωγή, εξασφαλίζουν καλύτερη υγεία στο σύνολο του οργανισμού.
Η διαφορά της ομοιοπαθητικής οδοντιατρικής από την κλασσική βασίζεται κυρίως στην αντιμετώπιση του ασθενή σαν οργανισμό που πάσχει στο σύνολο του και όχι μόνο στο στόμα. Εξάλλου, ο ομοιοπαθητικός οδοντίατρος γνωρίζει την ομοιοπα-θητική φαρμακολογία και ξέρει το στάδιο και την πορεία της θεραπείας του ασθενή του.

Στο τεχνικό μέρος της οδοντιατρικής εργασίας (εμφράξεις, προσθετική, ορθοδοντική) δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές, εκτός από τη προσπάθεια αποφυγής ορισμένων υλικών, όπως π.χ. τα αμαλγάματα (μαύρα σφραγίσματα) διότι περιέχουν υδράργυρο και βαρέα μέταλλα, που επιδρούν αρνητικά στην ομοιοπαθητική θεραπεία αλλά και σε ολόκληρο τον οργανισμό. Στο τεχνικό μέρος, επίσης, ανήκουν η αποφυγή χρήσης ευγενόλης, σε μερικές περιπτώσεις αναισθητικού, διαλυμάτων μέντας και άλλων υλικών, που αναστέλουν την ομοιοπαθητική θεραπεία.

Στο θεραπευτικό μέρος, υπάρχουν πολύ σημαντικές διαφορές, διότι η ομοιοπαθητική οδοντιατρική αντιμετωπίζει τα συμπτώματα του ασθενή σαν διαταραχές του συνόλου του οργανισμού και τον τρόπο που τα εκδηλώνει μοναδικά και δεν πρέπει να καταπιεστούν με την αγωγή της κλασσικής οδοντιατρικής(αντιβίωση, αντιφλεγμονώδη, αποιδηματικά, επιθετικές επεμβάσεις κ.λπ.) αλλά να αντιμετωπιστούν με εξατομίκευση του ασθενούς και τη χρήση του κατάλληλου για την κάθε περίπτωση ομοιοπαθητικού φαρμάκου. Όλα αυτά μέσα σε ένα λελογισμένο πλαίσιο που θα αποφασίσει την θεραπευτική προτεραιότητα ο ομοιοπαθητικός οδοντίατρος

.